Τρίτη 2 Μαρτίου 2021

Δηλώστε συμμετοχή στις Ομάδες Γονέων!




Νέος κύκλος εγγραφών!
Έναρξη Απρίλιος 2021
Επικοινωνήστε για πληροφορίες στα :
210-6983015 ,6937382663
e-mail: katiatroumpouki@gmail.com
Κάτια Τρουμπούκη - ΒΑ Ψυχολογίας, ΜΑ Συμβουλευτικής, μετεκπαίδευση στην Ελληνική Εταιρεία Αναλυτικής Ομαδικής και Οικογενειακής Ψυχοθεραπείας και Θεραπείας Ζεύγους, μετεκπαίδευση στη Χοροθεραπεία

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2021

H ψυχική ανθεκτικότητα και ο ρόλος των παραμυθιών στη διαμόρφωση της

H ψυχική ανθεκτικότητα και ο ρόλος των παραμυθιώ ψυχική ανθεκτικότητα και ο ρόλος των παραμυθιών στη διαμόρφωση της
 

ν στη δ

«Οτιδήποτε βλέπεις μπορεί να γίνει ένα παραμύθι και μπορείς να βγάλεις μια ιστορία από οτιδήποτε αγγίξεις». (Χανς Κρίστιαν Άντερσεν)


Με τον όρο Ψυχική Ανθεκτικότητα εννοούμε την ικανότητα του ατόμου να προσαρμόζεται με επιτυχία στην αντιμετώπιση κοινωνικών δυσκολιών ή γενικά πολύ απαιτητικών ή και επικίνδυνων συνθηκών (Pecillo, 2016). Όταν ένας άνθρωπος βομβαρδίζεται καθημερινά από στρες, αυτό διαταράσσει την εσωτερική και εξωτερική του αίσθηση  ισορροπίας, παρουσιάζοντάς του παράλληλα προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες ζωής. Η Ψυχική Ανθεκτικότητα είναι η ικανότητα να επανέρχεται κάποιος από μια αρνητική εμπειρία χωρίς μεγάλες αλλαγές στη λειτουργικότητάς του.
Η παιδική ψυχική ανθεκτικότητα  αναφέρεται στα παιδιά που τα καταφέρνουν καλύτερα απ’το αναμενόμενο, ενώ έχουν ένα ιστορικό ζωής που περιλαμβάνει δύσκολες ή επικίνδυνες εμπειρίες. Σύμφωνα με τον Masten (2001) δεν υφίσταται ο όρος «άφθαρτο παιδί» που ξεπερνά οποιοδήποτε εμπόδιο και επικινδυνότητα που αντιμετωπίζει στη ζωή του. Η ψυχική ανθεκτικότητα είναι το αποτέλεσμα ενός τεράστιου αριθμού αναπτυξιακών διαδικασιών, που έχει επιτρέψει σε παιδιά που αντιμετωπίζουν δύσκολες καταστάσεις να συνεχίζουν να αναπτύσσονται κανονικά ενώ άλλα παιδιά δεν μπορούν (Yatesetal., 2003).
Μέσα απ’την προσπάθεια των ερευνητών να κατανοήσουν το πώς καταφέρνουν τόσα παιδιά να ανταποκριθούν σε αντίξοοες συνθήκες συνειδητοποίησαν ότι υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που βοηθούν στην ανάπτυξη και διατήρηση της ψυχικής ανθεκτικότητας (Fredrickson & Branigan, 2005):
  • Η ικανότητα να κάνει κάποιος ρεαλιστικά σχέδια και να είναι ικανός να κάνει τα απαραίτητα βήματα για να φτάσει σε αυτά
  • Να έχει μια θετική εικόνα για τον εαυτό του και αυτοπεποίθηση για τις ικανότητές του
  • Επικοινωνιακές δεξιότητες και ικανότητα επίλυσης προβλημάτων
  • Ικανότητα να διαχειρίζεται κάποιος παρορμήσεις και συναισθήματα
Οι παραπάνω παράγοντες ευνοούνται μέσα από τα διάφορα συστήματα στα οποία ανήκει ένα μέσο παιδί, όπως το σχολείο που ενισχύει όχι μόνο τις γνωστικές αλλά και τις κοινωνικές δεξιότητες των μαθητών και η οικογένεια που μπορεί και προάγει την τρυφερότητα, την ασφάλεια και την ώθηση των ατομικών προσδοκιών στα μέλη της (Garmezy, 1974.Wangetal., 1994).
Τα παιδιά όμως καθώς μεγαλώνουν καλούνται να βιώσουν και πολλές αρνητικές εμπειρίες, έτσι τόσο οι γονείς όσο και οι εκπαιδευτικοί πρέπει να βρουν υγιείς τρόπους ώστε τα παιδιά να μπορούν να αντιμετωπίσουν δυσκολίες, προκλήσεις αλλά και κινδύνους  στην κοινωνία. Στο σημείο αυτό αναρωτιόμαστε κατά πόσο τα παραμύθια μπορούν να αποτελέσουν το εργαλείο εκείνο που μπορεί να συμβάλει στην  ενίσχυση της παιδικής ψυχικής ανθεκτικότητας. 
Η Dr. Teresa Graham μέσα από το άρθρο της «DO YOU WANT YOUR CHILD TO BE RESILIENT?» (2005) απευθυνόμενη στους γονείς τους καλούσε να αναρωτηθούν κατά πόσο γνωρίζουν τα οφέλη των παραμυθιών που διαβάζουν στα παιδιά τους ειδικά σε συναισθηματικό επίπεδο. Όπως χαρακτηριστικά τονίζει η ψυχολόγος και αρθρογράφος, κάθε παραμύθι έχει ένα πολύ συγκεκριμένο μοτίβο: τον αθώο και συνήθως νεαρό πρωταγωνιστή και τους «κακούς» που του δημιουργούν προβλήματα και πολλές αντιξοότητες σε σημείο που να τον κάνουν να υποφέρει (π.χ. Σταχτοπούτα, Χιονάτη κ.α.), ώσπου κάποια στιγμή κάτι γίνεται και ο πρωταγωνιστής σώζεται. Το κεντρικό μήνυμα απ’αυτές τις ιστορίες είναι ότι μπορεί κάποιος  να βιώσει φρικτές εμπειρίες, όμως υπάρχει η δυνατότητα να ξεφύγει και να ζήσει τελικά μια όμορφη και λειτουργική ζωή. Για την επίτευξη του τελευταίου χρειάζεται η ψυχική ανθεκτικότητα.
Τα παραμύθια δείχνουν ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά αποτελείται από πολλές συγκρούσεις και έχουν σκοπό τη διδαχή. Το παιδί ακούγοντας  την ιστορία αναμένεται να επεξεργαστεί συνειδητά ή ασυνείδητα τα σύμβολα ενός παραμυθιού και έτσι να του δοθεί το κίνητρο μέσα από έναν ευχάριστο τρόπο να αναμένει να αντιμετωπίσει διάφορες προκλήσεις στη ζωή του (Danilewitz, 1991). Η ουσία του να αφηγείται ένας γονιός παραμύθια στο παιδί του έγκειται στη σημασία της αλληλεπίδρασης και του διαλόγου που αναπτύσσεται μεταξύ τους. Στη συνέχεια το παιδί αλληλεπιδρά με το ίδιο το παραμύθι και τα νοήματά του και μέσω αυτής της διαδικασίας αρχίζει και διαχειρίζεται διάφορα αναπτυξιακά θέματα και προβληματισμούς. Η κάθε ιστορία λειτουργεί σαν αντικείμενο εναπόθεσης των συναισθημάτων κάθε παιδιού.
Σύμφωνα με τον Bettelheim (1988) το περιεχόμενο της ιστορίας που επιλέγει ένα παιδί δεν αντανακλά την εξωτερική του πραγματικότητα αλλά τα εσωτερικά του προβλήματα, τα οποία φαίνονται μη κατανοητά, άρα και δύσκολα προς επίλυση. Το παραμύθι βοηθά το παιδί να εξωτερικεύσει τις εσωτερικές του συγκρούσεις και να προσπαθήσει να τις επεξεργαστεί. Τα παιδιά αναζητούν λύσεις για να επιλύσουν τα εσωτερικά τους προβλήματα. Τα παραμύθια βοηθούν το παιδί στην προσπάθεια να λύσουν αυτά τα προβλήματα, δίνοντάς τους τόσο μαγικές όσο και αληθινές απαντήσεις που τους μαθαίνει πώς να ελέγχουν τις συγκρούσεις στον πραγματικό κόσμο. 
Σε κάθε παραμύθι το καλό και το κακό παρουσιάζεται μέσω χαρακτήρων και προσώπων και η αντιπαλότητά τους είναι που διαμορφώνει το ηθικό δίλημμα και ότι χρειάζεται προσπάθεια για να λυθεί. Τα παραμύθια εμπεριέχουν επίσης το βίωμα της εγκατάλειψης και τρόπους που ο κάθε ήρωας αμύνεται εναντίον της και τη ξεπερνάει (Bettelheim, 1988). Το γεγονός όμως ότι το καλό πάντα νικάει στο τέλος δεν είναι αυτό που προωθεί την ηθική, αλλά το γεγονός ότι το παιδί ταυτίζεται με τον ήρωα και τις προσπάθειες που κάνει να ανταπεξέλθει των δυσκολιών. 
Το μήνυμα κάθε παραμυθιού στα παιδιά είναι ότι η πάλη έναντι των αντιξοοτήτων της ζωής είναι αναπόφευκτη, είναι μέρος της ίδιας της ύπαρξής μας, όμως κάποιος μπορεί να διαχειριστεί τα εμπόδια και να βγει νικητής στο τέλος. Τα παραμύθια αντιμετωπίζουν το υπαρξιακό άγχος και τα διλήμματα αρκετά σοβαρά. Η ανάγκη να αγαπάς και να αγαπιέσαι,  ο φόβος ότι κάποιος θεωρεί τον εαυτό του χωρίς αξία, η αγάπη για τη ζωή και ο θάνατος είναι κάποιο βασικοί θεματικοί άξονες των παραμυθιών. 
Απ’ την άλλη κάποια παραμύθια δεν έχουν στόχο να προωθήσουν στα παιδιά τη σημασία των καλών και λανθασμένων επιλογών αλλά να τους δώσουν ελπίδα ότι ακόμα και ο πιο αδύναμος μπορεί να τα καταφέρει, ότι ακόμα και ένα παιδί έχει δύναμη. Συχνά στα παραμύθια το να διώχνουν κάποιον χαρακτήρα απ’το σπίτι αντιπροσωπεύει την ανάγκη να ανακαλύψει κάποιος τον εαυτό του, γιατί η συνειδητοποίηση του εαυτού χρειάζεται τον αποχωρισμό του περιοριστικού περιβάλλοντος του σπιτιού. Αυτό δείχνει στο παιδί ότι παρόλο που το να φύγει απ’το σπίτι αποτελεί επιθυμία δεν γίνεται με βιαστικό τρόπο, είναι ένα ταξίδι της ψυχής το οποίο αποτελεί μια διαδικασία και όχι ένα γεγονός. Αυτά τα παραμύθια προσανατολίζονται προς το μέλλον καθώς το παιδί θα φτάσει στην πλήρη ενσωμάτωση της προσωπικότητάς του όταν θα είναι πιο ώριμο.
Σύμφωνα με τον Danilewitz, το παιδί εξάγει διαφορετικές ερμηνείες για το ίδιο παραμύθι, οι οποίες βασίζονται στα ενδιαφέροντα και στις ανάγκες της εκάστοτε χρονικής στιγμής. Κάθε φορά που δίνεται στο παιδί μια αφορμή για να ξαναδιαβάσει το κάθε παραμύθι εκείνο είτε επεξεργάζεται περισσότερο γνωστά του νοήματα είτε τα αντικαθιστά με νέα. Μόνο με το επαναλαμβανόμενο άκουσμα ενός παραμυθιού και με το να δίνεται επαρκής χρόνος για να το κατανοήσει, το παιδί μπορεί να επωφεληθεί  πλήρως απ’αυτό που έχει να του προσφέρει το παραμύθι σχετικά με την κατανόηση του εαυτού του και του κόσμου γύρω του.
Μόνο τότε η ελεύθερη συσχέτιση των παιδιών με το παραμύθι θα παράξει ένα πιο προσωπικό μήνυμα για αυτά και επίσης θα τα βοηθήσει να αντιμετωπίσουν τους δικούς του προβληματισμούς. Τα παιδιά εσωτερικεύουν τις προκλήσεις των ιστοριών και οι εμπειρίες τους στην πραγματική ζωή μπερδεύονται με τα ζητήματα που διαπραγματεύεται ένα παραμύθι. Το παιδί  ενσωματώνει απ’τα παραμύθια τις καταστάσεις, τα συναισθήματα, τις εμπειρίες που ταιριάζουν με το εκάστοτε αναπτυξιακό στάδιο στο οποίο βρίσκονται.
Ένα παραμύθι είναι ικανό να βοηθήσει το παιδί να καταλάβει ότι άνθρωποι κάθε ηλικίας και καταγωγής έχουν παρόμοια συναισθήματα και σκέψεις με εκείνο. Επίσης το παραμύθι ενθαρρύνει το παιδί να διευρύνει τους ορίζοντές του και να αντιμετωπίσει κάθε πρόκληση με επιτυχία. Οι συσχετίσεις του παιδιού με το παραμύθι χρειάζονται για να πάρει η ιστορία μια πιο προσωπική σημασία. Το παιδί αισθάνεται ποιο απ’τα πολλά παραμύθια είναι αληθινό για την εσωτερική του κατάσταση που βιώνει τη δεδομένη χρονική στιγμή (την οποία δεν μπορεί να διαχειριστεί μόνος του) και επίσης αισθάνεται πού η ιστορία μπορεί να το βοηθήσει να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα. Επίσης οι χαρακτήρες δίνουν μια ξεκάθαρη μορφή σε έναν εσωτερικό διάλογο που το παιδί λαμβάνει υπόψιν όταν καλείται να πάρει μια απόφαση σχετικά με το πρόβλημα που αντιμετωπίζει (Bettelheim, 1988, σελ. 91). 
Οι σκέψεις του παιδιού δεν ακολουθούν τη λογική ενός ενήλικα. Οι σκέψεις του είναι κυρίως φαντασιώσεις και για να οδηγηθεί σε επίλυση των προβλημάτων του, το παιδί κατασκευάζει μια φαντασίωση γύρω απ’τα προβλήματα και παίζει με τα στοιχεία της φαντασίωσης στο μυαλό του. Αυτό είναι απλά μια επεξεργασία της πραγματικότητας. Τα παιδιά που διαβάζουν παραμύθια πιστεύουν σ’αυτό το μαγικό κόσμο. Όταν η ιστορία τελειώσει και το παιδί παύει να είναι απορροφημένο απ’την πλοκή, μπορεί να αναγνωρίσει ότι κάποια σημεία αντανακλούν την πραγματικότητα όμως άλλα είναι καθαρή φαντασία.  
Τα παραμύθια απευθύνονται σ’αυτό που ονομάζει ο Bettelheim «τα ψυχολογικά προβλήματα του να μεγαλώνεις»: προβλήματα όπως αδελφική αντιπαλότητα, μεταμόρφωση, το να εξετάζονται οι ικανότητές σου, απαγορευμένοι καρποί, αίσθηση καταπίεσης, αδυναμία, και το να μαθαίνεις να αναγνωρίζεις αυτούς που θα εύχονταν να είναι κάποιος άρρωστος, όπως και φόβοι εγκατάλειψης, το να μην εισπράττεις αγάπη, και ο θάνατος.
Σύμφωνα με τον Bettelheim με το να κάνουν προβολή του εαυτού τους σε φανταστικούς χαρακτήρες, τα παιδιά δουλεύουν με πραγματικούς φόβους και εσωτερικές συγκρούσεις σε ένα φανταστικό επίπεδο. Στο πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα του Bettelheim, ο τυπικός διαχωρισμός στα παραμύθια της μητέρας σε καλή (συνήθως νεκρή) μητέρα και στην διαβολικά κακή μητριά, επιτρέπει στα παιδιά να νιώσουν θυμό για τις μικρές αδικίες που τα ίδια βιώνουν στα χέρια των μητέρων τους, χωρίς να απειλείται αυτή η σχέση. Όταν επιχειρούμε να κρύψουμε τις άσχημες πλευρές τις ζωής, τα παιδιά μένουν με το συναίσθημα ότι από μόνα τους έχουν καταστροφικές παρορμήσεις. Όταν διαβάζουμε στα παιδιά τα παραμύθια, σιωπηλά επιβεβαιώνουμε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και επικυρώνουμε την ένταση που προκύπτει στον εσωτερικό τους κόσμο. 
Γνωστά παραμύθια όπως η Σταχτοπούτα και η Χιονάτη ή ακόμα και σύγχρονα όπως ο HarryPotter όχι μόνο παρουσιάζουν υπαρξιακούς προβληματισμούς στα παιδιά, αλλά τους δίνουν το έναυσμα να επεξεργαστούν και να αντιμετωπίσουν τις προσωπικές προκλήσεις της ζωής τους, καθώς ταυτίζονται με τον εκάστοτε φανταστικό ήρωα. Ένα παραμύθι δεν θα λύσει σαφώς τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ένα παιδί, όμως θα του δώσει μια νέα οπτική στον προβληματισμό του και μία διέξοδο στο υπαρξιακό του άγχος. Μέσα απ’το παραμύθι ένα παιδί συνειδητοποιεί ότι δεν είναι παγκόσμια πρωτοτυπία το βίωμά του, αλλά υπάρχουν και άλλοι παγκοσμίως που έχουν βρεθεί σε αντίστοιχη δύσκολη θέση και βρήκαν τρόπο να διαχειριστούν τη δυσκολία και να την αντιμετωπίσουν. 
Τα παραμύθια μπορούν λοιπόν να αξιοποιηθούν περισσότερο τόσο από τους γονείς όσο και από ανθρώπους που δουλεύουν με παιδιά, ως εργαλεία ενίσχυσης, καλλιέργειας, ερμηνείας και εξωτερίκευσης δεξιοτήτων, συναισθημάτων και προβληματισμών που αντιμετωπίζει ένα παιδί ή ένας έφηβος σε κάθε αναπτυξιακό στάδιο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Bettelheim, B. (1988). The uses of enchantment: the meaning and importance of fairy tales. Harmondsworth: Penguin Books.
  • Danilewitz, D. (1991). Once upon a time..... The meaning and importance of fairy tales. Early Child Development and Care,75(1), 87-98. doi:10.1080/0300443910750104
  • Graham, T. (2015). DO YOU WANT YOUR CHILD TO BE RESILIENT? https://www.teresagraham.ie/single-post/2015/10/29/DO-YOU-WANT-YOUR-CHILD-TO-BE-RESILIENT#!
  • Garmezy, N. (1974, August) The study of children at risk: New perspectives for developmental psychopathology.
  • Fredrickson &Branigan, (2005). "Positive emotions broaden the scope of attention and thought-action repertoires". Cognition & Emotion. 19 (3): 313–332. PMC 3156609 . PMID 21852891. doi:10.1080/02699930441000238
  • Masten, A. S. (1989). "Resilience in development: Implications of the study of successful adaptation for developmental psychopathology". In D. Cicchetti (Ed.), The emergence of a discipline: Rochester symposium on developmental psychopathology (Vol. 1, pp. 261–294). Hillsdale, NJ: Erlbaum, ISBN 0805805532.
  • Masten, A. S.; Best, K. M.; Garmezy, N. (1990). "Resilience and development: Contributions from the study of children who overcome adversity". Development and Psychopathology. 2 (4): 425–444. doi:10.1017/S0954579400005812.
  • Masten, A. S. (2001). "Ordinary magic: Resilience processes in development". American Psychologist. 56 (3): 227–238. PMID 11315249. doi:10.1037/0003-066X.56.3.227.
  • Yates, T. M., Egeland, B., &Sroufe, L. A. (2003). "Rethinking resilience: A developmental process perspective", pp. 234–256 in S. S. Luthar (Ed.), Resilience and vulnerability: Adaptation in the context of childhood adversities. New York: Cambridge University Press, ISBN 0521001617

φωση της https://www.https://www.psychologynow.gr/psychology-in-our-life/family-and-kids/4931-h-psyxiki-anthektikotita-kai-o-rolos-ton-paramythion.htmlpsychologynow.gr/psychology-in-our-life/family-and-kids/4931-h-psyxiki-anthektikotita-kai-o-rolos-ton-paramythion.html

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2021

Διαζύγιο. Επιπτώσεις στο παιδί και τρόποι χειρισμού


Καταρχήν ας δούμε τι είναι το διαζύγιο. Με αυτόν τον όρο, εννοούμε πρώτα-πρώτα:

1. Το φυσικό χωρισμό μεταξύ του ζευγαριού, την αναχώρηση δηλαδή του ενός από το σπίτι. Όταν υπάρχουν παιδιά, αυτός που φεύγει είναι συνήθως ο πατέρας. Σίγουρο πάντως είναι ότι τα παιδιά καλό είναι να μην μετακινούνται.

2. Μετά εννοούμε βεβαίως το νομικό διαζύγιο. Εδώ οι οικογένειες στον τόπο μας είναι στην ιδιαίτερη θέση να περνούν δυο φορές από αυτή την επίπονη διαδικασία, αρχικά τα ζευγάρια να παίρνουν πιστοποιητικό διαζυγίου  από την πολιτεία, αλλά στη συνέχεια και από την εκκλησία.

3.Τέλος, έχουμε το συναισθηματικό διαζύγιο. Αυτό επιτυγχάνεται πιο δύσκολα από όλα τα προηγούμενα, ιδιαιτέρα εάν υπάρχουν παιδιά. Βλέπουμε περιπτώσεις όπου και οι δύο ασχολούνται ο ένας με την ζωή του άλλου, και συχνά τσακώνονται, για πολλά χρόνια ακόμα και μετά το νομικό διαζύγιο. Κάποια ζευγάρια δε χωρίζουν ποτέ συναισθηματικά. Για τα παιδιά, αυτή η κατάσταση επιφέρει επιπρόσθετη αναστάτωση, έχουν δηλαδή τα μειονεκτήματα ενός χωρισμού χωρίς τα πλεονεκτήματα και καταλήγουν να είναι πολύ μπερδεμένα.

Δυσκολίες / Επιπτώσεις από ένα διαζύγιο:

Οικονομικές: Μια από τις πιο λυπηρές στατιστικές για το διαζύγιο περιγράφει πόσο αδικούνται και οι μητέρες, αλλά δυστυχώς και τα παιδιά από αυτή την άποψη, ενώ το εισόδημα του πατέρα αυξάνεται ως επί το πλείστον.

Ψυχολογικές: Τα παιδιά βιώνουν μια τρομακτική ανασφάλεια, νιώθουν:

-Xαμένα και εγκαταλελειμμένα, δεν ξέρουν τι να περιμένουν, φοβούνται ότι θα χάσουν για πάντα τον γονέα που φεύγει, συνήθως τον πατέρα δηλαδή.
-Yπεύθυνα για το διαζύγιο. Πολύ συχνά τα παιδιά νιώθουν ότι η πηγή των προβλημάτων των γονιών τους είναι εκείνα τα ίδια και συνεπώς διακατέχονται από έντονες ενοχές και βασανίζονται με σκέψεις όπως:
«Ίσως αν είμαι τέλειος στη συμπεριφορά μου από τώρα και στο εξής, αν φέρω τέλειους βαθμούς, αν δεν τους ζητήσω τίποτα για τον εαυτό μου ξανά ποτέ, ίσως τότε να ξανασμίξουν.»
-Yπεύθυνα για τους γονείς τους. Κάποτε συμβαίνει να νιώθουν ότι πρέπει τα ίδια τα παιδιά να φροντίσουν το σπίτι, τα αδέρφια τους η ακόμα και τους γονείς τους, όταν βλέπουν ότι οι ίδιοι δεν μπορούν να χειριστούν την κατάσταση. Συχνά δηλαδή αναλαμβάνουν ευθύνες πολύ πέραν και της ηλικίας τους και των δυνατοτήτων τους.
-'Eνα αίσθημα όχι μόνο απώλειας για την οικογένεια που διαλύεται, αλλά και συναισθήματα πένθους πραγματικά. Πένθος για το παρελθόν που έζησαν, που τώρα τους μοιάζει ψεύτικο. Σίγουρα επίσης πένθος για το μέλλον, που έπαιρναν σαν δεδομένο, για τα σχέδια που έφτιαχναν στο μυαλό τους, τα όνειρα που δε θα πραγματοποιηθούν.
-Aνάμεικτα λύπη, στενοχώρια και βεβαίως θυμό επίσης, για όλα αυτά που συμβαίνουν, για το ότι οι γονείς τους δεν κατάφεραν να τους προστατεύσουν, ότι δεν κατάφεραν να κρατήσουν την οικογένεια μαζί, παρόλα τα προβλήματα που είχαν.
-Η μεγαλύτερη τους έγνοια όμως, είναι αν θα μπορέσουν να προφυλάξουν την αγάπη που νιώθουν και για τους δυο τους γονείς, αν θα τους επιτραπεί δηλαδή, να συνεχίσουν να αγαπούν και τους δύο, όπως έκαναν μέχρι τώρα. Αυτό είναι γεγονός ότι συνιστά ένα από τα χειροτέρα προβλήματα για τα παιδιά διαζευγμένων οικογενειών. Είναι απαίσιο συναίσθημα να νιώθουν ότι πρέπει να αποκρύψουν ότι πεθύμησαν τον πατέρα τους παραδείγματος χάριν και να υποδύονται τους αδιάφορους επειδή νιώθουν ότι η μητέρα δε θα άντεχε αν το διαισθανόταν, ότι θα το βίωνε σαν προδοσία. Σε πολλές περιπτώσεις το ίδιο ισχύει και με τις ευρύτερες οικογένειες. Το παιδί δηλαδή μαθαίνει ότι όταν βρίσκεται με μέλη της μιας πλευράς της οικογένειας του, θα πρέπει να συμπεριφέρεται σαν η άλλη να μην υπάρχει καθόλου. Σε κάποιες περιπτώσεις, ευτυχώς λιγότερες τώρα πια απ’ ότι στο παρελθόν, κάθε φορά που επισκέπτεται τη μια οικογένεια αναγκάζεται να ακούει άσχημα λόγια και κατηγορίες εναντίον του άλλου «στρατοπέδου» . Είναι αβάσταχτη η θέση αυτή για ένα παιδί, νιώθει ότι πρέπει να μοιράζει τον εαυτό του στα δύο, ότι αναγκάζεται να προσποιείται και να υποκρίνεται για να προστατεύσει τους γονείς του.

Όλες αυτές οι δυσκολίες δημιουργούν συχνά συγκεκριμένα προβλήματα στο παιδί, συμπτώματα δηλαδή, που εύκολα μπορούμε να παρατηρήσουμε, είτε στο σπίτι είτε στο σχολείο. Πιθανό να γίνει ατίθασο και ανυπάκουο, να εκφράζει θυμό και επιθετικότητα. ΄Η είναι δυνατόν να κλειστεί στον εαυτό του, να απομονωθεί, να παρουσιάζει εικόνα κατάθλιψης, να αναιρείται και να δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί, να πέσουν οι βαθμοί του κλπ. Ή μπορεί ενδεχομένως να παρουσιάζει σωματικά συμπτώματα, σωματοποιώντας, δηλαδή μ’ αυτό τον τρόπο, τον ψυχικό του πόνο.

Τα προβλήματα γίνονται πιο έντονα όταν αλλάζει και η καθημερινότητα του παιδιού, αν αναγκαστεί λόγου χάριν να μετακομίσει από τη γειτονιά και το σπίτι του. Η συνηθέστερη αλλαγή που καλείται να αντιμετωπίσει αφορά το θέμα της πειθαρχίας στο σπίτι. Τα όρια δεν είναι πια τα ίδια, όχι επειδή οι γονείς τα προσαρμόζουν στις νέες συνθήκες, αλλά επειδή οι γονείς είναι τόσο απορροφημένοι με τα δικά τους, που δυστυχώς δεν ασχολούνται αρκετά και στο τέλος παραμελούν το παιδί, άθελα τους, βέβαια. Αυτή η ξαφνική ελευθερία και χαλαρότητα, όπου οι μεγάλοι ξεχνούν να το βάλουν για ύπνο στη συνηθισμένη ώρα, ξεχνούν να βοηθήσουν με τα διαγωνίσματα, ενώ πριν το έκαναν ανελλιπώς, αμελούν να πειθαρχήσουν για πράγματα, μικρά η μεγάλα, που απαρτίζουν την καθημερινότητα του παιδιού, αυτή λοιπόν η υποτιθέμενη ελευθερία, κάθε άλλο παρά σαν ελευθερία βιώνεται από το παιδί. Αντίθετα το παιδί βιώνει τεράστια ανασφάλεια και φόβο, μια που νιώθει την αδυναμία των γονιών του να του επιβληθούν, ή και την ολοκληρωτική τους απουσία συναισθηματικά, ακόμη και όταν μιλούμε για τον γονιό/κηδεμόνα, που μπορεί και να κάθεται απέναντι τους.

Το αίσθημα μοναξιάς είναι μεγάλο—δεν μπορεί πια με την ίδια άνεση να παραπονεθεί στον ένα γονιό για τον άλλο, για παράδειγμα, συνειδητοποιεί απότομα ότι υπάρχουν πια δυο στρατόπεδα.

Ενδιαφέρον είναι ότι για τα παιδιά που έζησαν τον συγκρουσιακό γάμο των γονιών τους, με έντονες εξάρσεις, τα πράγματα είναι πιο εύκολα. Αφενός αυτή η αντιπαλότητα είναι πολύ γνώριμη ήδη κι έτσι είναι πιο εξοπλισμένοι για να την αντιμετωπίσουν. Αφετέρου, κι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, τα παιδιά με αυτές τις άσχημες εμπειρίες νιώθουν και τα ίδια μεγάλη ανακούφιση με το χωρισμό: «επιτέλους η ατμόσφαιρα στο σπίτι είναι πιο ήρεμη, επιτέλους ησυχάσαμε όλοι και τουλάχιστον έτσι έχουμε πρόσβαση στον ένα γονιό, ενώ πριν δεν είχαμε σε κανένα».

Συνεπώς, εδώ βλέπουμε ότι η εμπειρία ενός διαζυγίου δεν είναι και δεν μπορεί να είναι η ίδια για όλα τα παιδιά. Κάνουμε βέβαια κάποιες γενικεύσεις αλλά καλό είναι να έχουμε υπόψη μας ότι το κάθε παιδί και το κάθε διαζύγιο είναι διαφορετικό. Συνήθως τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα, όπως συχνά και των μεγάλων και καλό είναι να το σεβόμαστε αυτό.

Από έρευνες μαθαίνουμε ότι υπάρχουν διαφορές στην εμπειρία του διαζυγίου σε σχέση και με το φύλο και με την ηλικία. Πολλές έρευνες βρίσκουν ότι τα αγόρια δυσκολεύονται περισσότερο με τον αρχικό χωρισμό, ενώ τα κορίτσια φαίνονται να τον αντιμετωπίζουν καλύτερα. Αυτό ίσως να οφείλεται στο ότι συνήθως είναι ο πατέρας που φεύγει και αυτό πιθανόν να αποπροσανατολίζει περισσότερο τα αγόρια σε αυτό το πρώτο στάδιο. Οι έρευνες όμως βρίσκουν ότι μετά, στα επόμενα στάδια είναι τα κορίτσια που δυσκολεύονται περισσότερο. Άρα όλα τα παιδιά περνούν από μια δύσκολη ή και τραυματική διαδικασία, είτε στην αρχή είτε σε μετέπειτα στάδιο.

Όσον αφορά τις ηλικίες, πολλές έρευνες έχουν καταλήξει ότι ιδιαιτέρα δύσκολη είναι η φάση της εφηβείας. Ο λόγος έγκειται στο γεγονός ότι σε αυτό το στάδιο της ζωής, το άτομο αρχίζει να πειραματίζεται με τις σχέσεις του, να αναπτύσσει καινούργιες πτυχές της ταυτότητας του κλπ. Για να μπορέσει ο έφηβος να εκπληρώσει τον στόχο του, χρειάζεται σταθερότητα στις υπόλοιπες πτυχές της ζωής του και  συγκεκριμένα, μέσα στην οικογένεια του. Όταν αυτή η σταθερότητα και η προβλεψιμότητα λείπουν, τότε δεν νιώθει αρκετά δυνατό να αναπτύξει την προσωπικότητα του και να πειραματιστεί, αντίθετα περιορίζει τον εαυτό του και κλείνεται. Επίσης επικρατεί στο μυαλό του μια σύγχυση όσον αφορά στο μοντέλο της σχέσης, που είχε στο μυαλό του προηγουμένως και πώς θα επηρεαστούν οι δικές του επιλογές συντρόφου, σαν αποτέλεσμα του χωρισμού των δικών του. Συνοπτικά, ένα διαζύγιο σ’ αυτό το στάδιο εξέλιξης του παιδιού, το σπρώχνει προς τα μέσα, προς την οικογένεια, ενώ η φυσιολογική τάση θα τον έσπρωχνε προς τα έξω, προς τους φίλους και προς άλλες σχέσεις.

Μια μόνο αναφορά θα κάνω στην πολύ μικρή ηλικία. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το παιδί, που δεν έχει προλάβει να γνωρίσει την οικογένεια ή τον πατέρα όταν ήταν στο σπίτι, μπορεί να είναι σε καλύτερη μοίρα. Όμως, κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, αυτό συνιστά και μια απώλεια για αυτό το παιδί. Αφενός, ενδεχομένως να δυσκολευτεί στις σχέσεις του στο μέλλον, μη έχοντας μεγαλώσει με ένα μοντέλο ζευγαριού, αν οι γονείς δεν ξαναπαντρευτούν. Αφετέρου, υπάρχει ο κίνδυνος να μην του δοθεί η ευκαιρία να δημιουργήσει σύνδεση με τον γονιό που αποχωρεί, με αρνητικές συνέπειες στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του και στις σχέσεις του γενικά με ανθρώπους του φύλου εκείνου.

Τρόποι Καλύτερου Χειρισμού ή «Πώς να προσφέρετε ένα όσον το δυνατό λιγότερο τραυματικό διαζύγιο στα παιδιά σας» - Συμβουλές σε γονείς

Στη δουλειά που κάνω με ζευγάρια που έχουν αποφασίσει να χωρίσουν, δίνω τις ακόλουθες συγκεκριμένες και πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές:

1. Να το ανακοινώσουν στα παιδιά τους μόνο όταν το έχουν αποφασίσει σίγουρα και αμετάκλητα, το έχουν σκεφτεί καλά και έχουν και σχέδιο δράσης για τα πρακτικά, αλλά πριν να έχει αποχωρήσει κανένας.

2. Να το πουν στα παιδιά όταν αυτά είναι όλα μαζί, ώστε να μπορούν να το μοιραστούν μεταξύ τους και να στηρίξουν το ένα το άλλο.

3. Οι ίδιοι οι γονείς επίσης να είναι παρόντες και οι δύο.

4. Να μιλούν με το εμείς, δίνοντας την εικόνα της κοινής απόφασης έστω κι αν δεν ήταν ακριβώς τέτοια.

5. Να εξηγήσουν με απλά λόγια ότι «η μαμά (ή ο μπαμπάς) και εγώ αποφασίσαμε ότι θα ήταν καλύτερα να ζήσουμε χωριστά σε αυτό το στάδιο. Σίγουρα θα είδατε και εσείς, ότι τα πράγματα μεταξύ μας δεν ήταν καλά για πολύ καιρό τώρα, ξέρουμε ότι κάναμε και σε σας κακό με τις φωνές και τους καυγάδες μας. Γι’αυτό αποφασίσαμε ότι πρέπει να σταματήσει αυτό και έτσι πήραμε αυτή τη δύσκολη απόφαση. Εδώ και πολύ καιρό, κάναμε παρά πολλές προσπάθειες να το αποφύγουμε, αλλά δυστυχώς δεν τα καταφέραμε. Δε φταίει ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος, δε φταίει κανένας.»

6. Να απολογηθούν γι’αυτήν την απόφαση: «Ξέρουμε ότι σας πονάει πολύ, ότι σας απογοητεύει, ότι σας προκαλεί και θυμό και έχετε απόλυτο δίκιο και απολογούμαστε.» Ταυτόχρονα δίνετε έκφραση στα συναισθήματα τους και τους δίνετε το δικαίωμα να εκφραστούν και κείνα.

7. Να καθησυχάσουν τα παιδιά σε σχέση με την ευθύνη: «Να είσαστε σίγουροι ότι καμιά απολύτως ευθύνη δε φέρετε εσείς για αυτή μας την απόφαση».

8. Να τα καθησυχάσουν : «Ασφαλώς το ότι εμείς χωρίζουμε, δεν αλλάζει τίποτα στην αγάπη μας για σας. Θα είμαστε πάντα η μαμά και ο μπαμπάς σας και αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ. Πάντα θα σας αγαπούμε και θα είμαστε δίπλα σας».

9. Να εξηγήσουν πρακτικά τι θα γίνει, ποιος θα φύγει, πότε, που θα μένει και πότε θα τον δουν την επόμενη φορά. Πότε θα τον βλέπουν γενικά, τι ρόλο θα έχει στην ζωή τους. Όσο πιο συχνά μπορούν να βλέπουν τον πατέρα, τόσο το καλύτερο για τα παιδιά, φτάνει να μη δημιουργεί αυτό πρόβλημα στη μητέρα, είτε πρακτικό είτε άλλου είδους. Η συζήτηση αυτή δεν τελειώνει πριν να είναι όλοι σίγουροι ότι τα παιδιά έχουν τα τηλέφωνα του πατέρα ώστε να μπορούν να επικοινωνούν μαζί του όποτε το επιθυμούν.

10. Τέλος, να είναι ανοιχτοί σε ερωτήσεις, τις οποίες να απαντούν απλά, με ειλικρίνεια αλλά χωρίς αχρείαστες λεπτομέρειες και σίγουρα χωρίς κατηγορίες. Επίσης να είναι γενναιόδωροι με αγκαλιές και να είναι προετοιμασμένοι ν’ ακούσουν οτιδήποτε, όλα τα συναισθήματα που θέλουν τα παιδιά να εκφράσουν εκείνη τη στιγμή, ή σε οποιαδήποτε άλλη.

11. Καλύτερα ο πατέρας να αποχωρεί σύντομα μετά, αν όχι την ίδια μέρα. Να μην καθυστερεί και να διαιωνίζεται δηλαδή αυτό το οδυνηρό στάδιο.

Τυχερά είναι τα παιδιά που έχουν κι άλλους ενήλικες δίπλα τους, με τους οποίους θα μπορούσαν να μιλήσουν, είτε παππούδες, είτε νονούς, είτε όποιον άλλο φίλο των γονιών τους εμπιστεύονται, δάσκαλο κλπ.
Το σημαντικό είναι οι γονείς να «φτιάξουν» ένα διαζύγιο όπου η προτεραιότητα να είναι η ψυχική ισορροπία των παιδιών τους. Καλό είναι αυτό να ισχύει και για τις ευρύτερες οικογένειες, οι οποίες κάποτε θεωρούν καθήκον τους να εκφράζουν τη στήριξη τους στο δικό τους άνθρωπο, κατηγορώντας τον πρώην ενώπιον των παιδιών. Λίγη επιμόρφωση εδώ σίγουρα θα βοηθήσει.

Χρήσιμη θα μπορούσε να ήταν επίσης και μια διαδικασία μεσολάβησης σε αυτές τις περιπτώσεις, που θα μπορούσε να βοηθήσει το ζευγάρι να διαχωρίσει τα περιουσιακά του στοιχεία π.χ. χωρίς την κάθετη και συχνά απάνθρωπη παρέμβαση δικαστηρίων, δικηγορών κλπ. Αυτή η διαδικασία βγάζει πολλές φορές τον χειρότερο τους εαυτό, μια κακία και εκδικητικότατα, που σίγουρα δεν υποψιάζονταν ούτε καν οι ίδιοι ότι είχαν.
Είναι απαραίτητο οι γονείς να έχουν τη στήριξη που χρειάζονται, να τη ζητήσουν από τη δική τους οικογένεια και τους φίλους τους. Αυτό απελευθερώνει τα ίδια τα παιδιά, που συχνά αναγκάζονται να μετατρέπονται σε συμμάχους των γονιών τους και να γνωρίζουν πράγματα, που δεν αρμόζουν ούτε στην ηλικία τους, ούτε στη θέση τους.

Πριν ολοκληρώσω, θα ήθελα να πω και λίγα λόγια για την επόμενη φάση. Καλώς εχόντων των πραγμάτων, και οι δυο γονείς θα ξαναφτιάξουν τη ζωή τους και μπορεί και να ξαναπαντρευτούν. Ελπίζουμε η επιλογή να γίνει προσεκτικά, χωρίς βιασύνη, αλλά με τη σοφία της εμπειρίας.
Καλυτέρα είναι η επιλογή να γίνει με γνώμονα τις ανάγκες του γονιού πρωτίστως και όχι των παιδιών. Αν δηλαδή επιλέξουμε κάποιο πρόσωπο για να μεγαλώσει τα παιδιά μας, το πιο πιθανό είναι ο γάμος αυτός να μην αντέξει στο χρόνο. Ο γονιός επιλέγει σύντροφο και συνέταιρο, που να σέβεται βέβαια και τα παιδιά και να έχει τη βούληση να έχει βοηθητικό και υποστηρικτικό ρόλο στη διαπαιδαγώγηση τους - όχι κάποιον που θα μπει  με την πεποίθηση ότι θα τα αναλάβει και θα τα βάλει σε τάξη, θεωρώντας ότι ο γονιός δεν μπορεί να το κάνει.

Σε αυτή την περίπτωση, πιστεύω είναι μόνο θέμα χρόνου πότε θα αποδιοργανωθεί η όλη κατάσταση. Πρώτον, θα αποδυναμώσει τον γονιό με καταστροφικές συνέπειες στις σχέσεις αμφοτέρων με τα παιδιά. Δεύτερον, τα ίδια τα παιδιά δε θα του επιτρέψουν να τους επιβληθεί, μια που δεν έχει κερδίσει πρώτα την εμπιστοσύνη τους—ιδιαίτερα βέβαια τα μεγαλύτερα παιδιά. Τρίτον, με αυτές τις προϋποθέσεις θα διαλυθεί και η σχέση του ζευγαριού αργά η γρήγορα.
Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι η καλύτερη και πιο αποτελεσματική στάση για το νέο σύζυγο του γονιού είναι να επενδύσει στη σχέση με τα παιδιά σαν φίλος, οπωσδήποτε, στο αρχικό στάδιο και βοηθός του γονιού. Να εφαρμόζει τις αποφάσεις του γονιού, παρά να συν-αποφασίζει, ευθύνη που ανήκει στον άλλο γονιό. Να αφιερώσει χρόνο για καθαρά ψυχαγωγικές δραστηριότητες, ώστε να καλλιεργηθεί μια σύνδεση και μια εμπιστοσύνη, απαραίτητα θεμέλια για το μέλλον.

Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι στις επανασυσταθείσες οικογένειες, όπως λέγονται, οι σχέσεις πρέπει να λειτουργούν κρατώντας λεπτές ισορροπίες όσον αφορά το ρόλο του καθενός ώστε να μην περιπλέκονται τα πράγματα ακόμη περισσότερο.

Και μόνο η ανακοίνωση ενός νέου γάμου θα αναστατώσει τα παιδιά—και πιθανότατα και τον πρώην. Ένας σημαντικός λόγος είναι ότι έτσι μόνο πεθαίνει η ελπίδα των παιδιών ότι οι γονείς του θα ξανασμίξου και είναι απίστευτο πόση επιμονή έχουν πάνω σ’αυτό. Κι αυτό ισχύει σχεδόν πάντοτε, εξαιρούνται μόνο οι ακραίες/βίαιες περιπτώσεις. Άρα ο νέος γάμος στην αρχή πάλι ανάμεικτα συναισθήματα δημιουργεί στα παιδιά και πιθανόν να αναβιώσει το τραύμα του διαζυγίου. Ακόμα και σε οικογένειες όπου το ζευγάρι είναι μαζί για χρόνια πριν αποφασίσουν να επισημοποιήσουν τη σχέση και όλοι είναι αγαπημένοι, είναι πάλι δυνατόν να δημιουργηθεί πρόβλημα. Κι εδώ ισχύει δηλαδή το γνωμικό ότι η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία!

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι, όσο πιο πολύ συμπαθούν τα παιδιά το νέο σύντροφο, τόσο πιο δύσκολο μπορεί να είναι. Ακούγεται παράδοξο, αλλά είναι κατανοητό: Όσο πιο καλός είναι, τόσο πιο πιθανό είναι να ανατραπούν οι ισορροπίες, επειδή τόσο περισσότερο μπορεί να υπάρχει η αίσθηση οτι απειλείται η σχέση του παιδιού με τον γονιό εκείνου του φύλου. Δηλαδή η καλλιέργεια μιας στενής σχέσης με μια καλή μητριά διακινδυνεύει ενδεχομένως τη σχέση του παιδιού με τη μητέρα του—είτε επειδή αυτό του προκαλεί σύγχυση λόγω της ανατροπής των υφισταμένων «στρατοπέδων», είτε επειδή προκαλεί ζήλεια και αναστάτωση στη μητέρα του. Ή και τα δύο, ασφαλώς.

Χρειάζεται τεράστια υπομονή και κατανόηση για τους πρωταγωνιστές αυτών των οικογενειών. Τα φαινόμενα αυτά παρατηρούνται στα πρώτα στάδια μιας αλλαγής στη ζωή των παιδιών. Με κατανόηση και συμπόνια τα παιδιά μπορούν να τα ξεπεράσουν όλα αυτά και να δείξουν και κείνα με τη σειρά τους εμπιστοσύνη στα νέα δεδομένα και στο μέλλον το ίδιο, νιώθοντας ίσως και τυχερά που εμπλουτίστηκε η ζωή τους με τέσσερις γονιούς, τέσσερις παππούδες και τέσσερις γιαγιάδες και ποιος ξέρει πόσα αδέρφια!

Τελειώνοντας, να τονίσουμε ότι τα παιδιά είναι πολύ ανθεκτικά γενικά, αλλά το διαζύγιο είναι συνήθως μια τραυματική εμπειρία για όλους τους εμπλεκομένους. Χρειάζεται υπομονή από όλους, ο χρόνος θα καταπραΰνει τις πληγές. Το πιο σημαντικό, που πρέπει να θυμόμαστε είναι ότι ο πιο σημαντικός παράγοντας σε ένα χωρισμό είναι η συνεχομένη συνεργασία των γονιών. Μια φιλική και πολιτισμένη σχέση, που να επιτρέπει το συντονισμό πάνω σε όλα τα θέματα που αφορούν τα παιδιά τους. Με λίγα λόγια, το διαζύγιο πρέπει ιδεωδώς να είναι πάντα παιδοκεντρικό.